31/7/12


γύρισα σπίτι και βρήκα έναν θάνατο στον καναπέ.

τα κλειδιά τα είχα αφήσει σε μια γειτόνισσα, έτσι λίγο τσαπερδόνα. έφερνε πού και πού καναν άντρα στο διαμέρισμα, έκανε τα δικά της. δε  με πείραζε. αρκεί που'μπαινε άνθρωπος στο σπίτι.

δε με ένοιαζε που θα΄ρχόμουν σ'ένα άδειο σπίτι. για την ακρίβεια, ήλπιζα να το βρω άδειο. καιρό τώρα είχα προσέξει πως κάποιος άφηνε μια γούβα στον καναπέ.
 μερικά τα βράδια την έπεφτα εκεί, κόκαλο απ΄τα ουϊσκια κι ανήμπορος να συρθώ ως το κρεβάτι μου. δε γούσταρα.
 τον μύριζα το θάνατο, σκεφτόμουν τα κόκκινα μάτια του σαν φανάρια με στοπ σε κάθε γωνία.
με τρόμαζε.

σήμερα γύρισα και με περίμενε εκεί.
με κοίταζε στα μάτια.
τέρμα τα ψέματα.

κι άρχισε να με τεμαχίζει με κοφτές, σίγουρες κινήσεις.

----------------------------------------------------------------------------------

ξημέρωσε κι εγώ βρισκόμουν σε κομμάτια στην κατάψυξη. δίπλα από μία μπριζόλα Αργεντινής και κάτι κεφτεδάκια.

μπορεί μια μέρα να με μαγειρέψουνε κι εμένα, σκέφτηκα, κι αμέσως έδιωξα τη σκέψη λες κι ήταν μύγα.

κανονικά σε τέτοιες θερμοκρασίες υπό του μηδενός, δεν μηδενίζει και η σκέψη;




δε θα το μάθουμε ποτέ.


.

Template by:
Free Blog Templates

eXTReMe Tracker